ἡρωικῶν

ἡρωικῶν
ἡρωικός
of the heroes
fem gen pl
ἡρωικός
of the heroes
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • έπος — Εκτεταμένο ποίημα, το οποίο μέσω της εξιστόρησης είτε ηρωικών πράξεων μυθολογικών ή πραγματικών προσώπων είτε υπερφυσικών γεγονότων εκφράζει, σε ύφος υψηλό, τη βαθύτερη σημασία που έχει η ιστορία μιας κοινότητας ανθρώπων και της δίνει συνείδηση… …   Dictionary of Greek

  • εποποιία — η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη) 1. η σύνθεση επικού ποιήματος 2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.) νεοελλ. σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση… …   Dictionary of Greek

  • Neugriechische Sprache u. Literatur — Neugriechische Sprache u. Literatur. Die N. Sprache ist das Altgriechische, vermischt mit italienischen, slawischen u. türkischen Wörtern u. in den Formen ziemlich verderbt. Sie ist die Umgangssprache der jetzigen Griechen, während die… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • APOLLINARIUS — I. APOLLINARIUS Alexandriâ oriundus, vir ingeniô praestantissimus, doctrinâ clarissimus, carminum et versuum elegantiâ et promptitudine mirus, suis libris, ut ait Basilius, terrarum orbem replevit. Familiaris erat Gregorio, et Basilio, defensor… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • DEOS referendi viros benemeritos mos (in) — in DEOS referendi viros benemeritos mos memoratur Suet. in Iulio c. 88. Periit atque in Deorum numerum relatus est. Quod enim in antiquissimis Graecis historiis dici solet, aliquem a morte τετευχέναι τιμῶν ἡρωίκῶν, vel ἰςοθέων vel ἰςολυμπίων, id… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αμαζόνες — Μυθικός λαός πολεμοχαρών γυναικών που λάτρευαν τον Άρη, θεό του πολέμου, και τον θεωρούσαν γεννήτορά τους. Σύμφωνα με τη μυθολογία, κατοικούσαν στον Πόντο της Μικράς Ασίας, στην περιοχή της Τραπεζούντας. Κανένας άντρας δεν ήταν δεκτός στην… …   Dictionary of Greek

  • άγια — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Κωμόπολη (υψόμ. 200 μ., 3.027 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αγιάς του νομού Λαρίσης. Αποτελεί έδρα του δήμου Αγιάς. H Α. είναι χτισμένη ανάμεσα στην Όσσα και το Μαυροβούνι μέσα σε πυκνή βλάστηση και άφθονα νερά. 2.… …   Dictionary of Greek

  • γαστρονομία — Η τέχνη της παρασκευής των φαγητών έτσι που να γίνονται νόστιμα και ορεκτικά. Ο άνθρωπος της παλαιολιθικής εποχής, επειδή δεν είχε ανακαλύψει ακόμα τη φωτιά, ήταν υποχρεωμένος να τρέφεται με ωμά κρέατα και καρπούς· επομένως η πρώτη στοιχειώδης… …   Dictionary of Greek

  • ποινή — Στο νεότερο ποινικό δίκαιο, π. είναι η στέρηση ή η μείωση ενός έννομου αγαθού, την οποία επιβάλλει το κράτος, με δικαστική απόφαση, σε ένα άτομο, επειδή διέπραξε ένα αδίκημα για το οποίο ο νόμος προβλέπει την επιβολή αυτής της στέρησης. Το πρώτο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”